character quotes 
         Astropelekia   Ηλεκτρονικό Περιοδικό του Γυμνασίου Κοίμησης home | e-mail
nav_pupils
 
νέο
ΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ     |     Χριστουγεννιάτικο Αστροπελέκι Ανακοίνωση Ανακοινώσεις  
  
 

Θεόφιλος Χατζημιχαήλ (1870 - 1934)

Θεόφιλος Χατζημιχαήλ

Θεόφιλος Χατζημιχαήλ

χχχχχ
.....έργο του 1933
"Η θεά της Γεωργίας Δήμητρα"
greenbullet
greenbullet
greenbullet Γιώργος Σεφέρης - Θεόφιλος
   
Θεόφιλος Χατζημιχαήλ : Βιογραφικό(1870- ?) Πληροφορίες από την Wikipedia!
Ο Θεόφιλος, γιος του υποδηματοποιού Γαβριήλ Κεφάλα και της Πηνελόπης, κόρης του αγιογράφου Κωνσταντή Ζωγράφου ή Χατζημιχαήλ, γεννήθηκε στη Βαρειά Μυτιλήνης στα τέλη της δεκαετίας του 1860 ή στις αρχές του 1870. Η βραδυγλωσσία του και η αριστεροχειρία του καθώς και η δυσκολία του στο σχολείο ώθησαν τους γονείς του να τον στρέψουν σε κάποιο χειρωνακτικό επάγγελμα, παρά την έμφυτη κλίση του στη ζωγραφική.

Σε ηλικία δεκαπέντε-δεκάξι χρόνων φεύγει για τη Σμύρνη, όπου ? σύμφωνα με τα λεγόμενά του? εργάστηκε ως «θυροφύλαξ-καβάσης» στο Ελληνικό Προξενείο. Δεν έχουν σωθεί δείγματα της δουλειάς του από την περίοδο της Σμύρνης, παρότι οι μαρτυρίες αναφέρουν ότι εκεί πρωτοξεκίνησε να ζει από τη ζωγραφική. Από τη Σμύρνη αναγκάζεται να φύγει μετά από κάποιο επεισόδιο με τις τουρκικές αρχές, και μετά από ένα πέρασμα από την Αθήνα καταλήγει στη Θεσσαλία.

Θα παραμείνει για τριάντα περίπου χρόνια στο Βόλο και στα γειτονικά χωριά, όπου εξασφαλίζει τα προς το ζην ζωγραφίζοντας τοίχους καφενείων, μαγαζιών, σπιτιών και ταβερνών αλλά και φορητά έργα και εικόνες.

Ανάμεσα στα οικήματα που τοιχογραφεί ιδιαίτερη θέση κατέχει το σπίτι του προστάτη του Γιάννη Κοντού στην Ανακασιά του Άνω Βόλου, ένα από τα λίγα που σώζονται από την περίοδο αυτή. Από το 1925 και μετά την εγκατάσταση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία ζωγραφίζει τις παράγκες τους και τα μαγαζιά τους με επιγραφές και παραστάσεις, μια παραγωγή που εξαφανίστηκε από την πυρκαγιά του 1939, ενώ οι σεισμοί του 1955 συμπλήρωσαν την καταστροφή του έργου του Θεόφιλου στη Θεσσαλία.

Παράλληλα με τη ζωγραφική του δραστηριότητα οργανώνει, όπως είχε πρωτοκάνει και στη Σμύρνη, λαϊκές θεατρικές παραστάσεις με αφορμή τις εθνικές επετείους ή την Αποκριά, πρωταγωνιστώντας σ' αυτές πότε σαν ήρωας της Επανάστασης και πότε σαν Μεγαλέξανδρος -με τα σχολιαρόπαιδα να αναπαριστάνουν την μακεδονική φάλαγγα- και φτιάχνοντας τα κοστούμια και τα λοιπά χρειαζούμενα με δική του φροντίδα.

Η εμφάνισή του με τη φουστανέλα ή τη στολή του Μεγαλέξανδρου, η ιδιόρρυθμη συμπεριφορά του και τα παράφωνα τραγούδια όταν ζωγράφιζε τον έθεσαν γρήγορα στο περιθώριο της τοπικής κοινωνίας. Το γεγονός αυτό μαζί με τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης τον ώθησαν το 1927 να επιστρέψει στη Μυτιλήνη, βάζοντας τέλος στην πρώτη καλλιτεχνική του περίοδο.

Το 1925 ο ζωγράφος Γιώργος Γουναρόπουλος ανακαλύπτει τοιχογραφίες του Θεόφιλου σ' ένα φούρνο στο Βόλο και δείχνει τις φωτογραφίες τους στον τεχνοκρίτη Στρατή Ελευθεριάδη (Teriade) στο Παρίσι, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την καλλιτεχνική αναγνώριση του ζωγράφου.

Μετά τη συνάντησή τους το 1929 στη Μυτιλήνη, ο Teriade θα εξασφαλίσει στον Θεόφιλο τη διαβίωση και τα μέσα να συνεχίσει τη δουλειά του, ζητώντας του ταυτόχρονα να παραδίδει ό,τι έργο ζωγραφίζει στο σπίτι του πατέρα Ελευθεριάδη, στη Βαρειά. Η συνάντηση αυτή θα σηματοδοτήσει την τρίτη και τελευταία περίοδο της δημιουργίας του Θεόφιλου. Η περίοδος αυτή, κατά την οποία, σύμφωνα με τον Γιάννη Τσαρούχη, ο Θεόφιλος «έκανε μιαν ολόκληρη ανακεφαλαίωση της ζωγραφικής του εμπειρίας, και, συγχρόνως, των θεματογραφικών του επινοήσεων, μα πιο πολύ [.] ξεκαθάρισε όσο μπορούσε πιο καλά τα καθαυτό ζωγραφικά του συμπεράσματα», θα λήξει με το θάνατό του το 1934.

Το 1976 το ελληνικό κράτος με απόφασή του χαρακτήρισε το έργο του Θεόφιλου ως «έργο ειδικής κρατικής προστασίας» σύμφωνα και με το Νόμο 1469/50 «περί ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενεστέρων του 1830», αναγνωρίζοντας και επίσημα την αξία ενός καλλιτέχνη τον οποίο είχε ήδη ανακαλύψει η γενιά του '30, βλέποντας στο πρόσωπό του τον «άνθρωπο-σύνδεσμο, τη ζωντανή παύλα που μας ενώνει με την πιο αυθεντική πλευρά του αγνοημένου αυτού μας» (Οδυσσέας Ελύτης, Ο ζωγράφος Θεόφιλος, Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 1996
 
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ : Μερικά έργα του

Ο Μέγας Αλέξανδρος μάχεται τους Ινδούς

....
χχχχχ
χχχχχ

Λημνιός Κεχαγιάς

χχχχχ
χχχχχ
....
χχχχχ
χχχχχ
Ελληνίδα χορεύτρια

Λημνιός Κεχαγιάς

χχχχχ
χχχχχ
Γιώργος Σεφέρης - Θεόφιλος

χχχ


Ο Γιώργος Σεφέρης ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές(βραβευμένος με το Νόμπελ Λογοτεχνίας ) γράφει στο ημερολόγιο του για τον Παπαδιαμάντη της Ζωγραφικής, όπως αποκαλείται ο Θεόφιλος στο ημερολόγιο του

Η φωτογραφία του Θεόφιλου: φορτωμένος φύκια κτλ, αναδυόμενος από άλλους καιρούς. Ένα πρόσωπο Μεγαλέξαντρου, εξαντλημένο από τη συνομιλία του με τη Γοργόνα. Ένας Αλέξαντρος, φολιδωτός από κοχύλια, κρατώντας ένα σκουτάρι νέγρου. Ο Τσαρούχης έλεγε πως τα κοστούμια του ήταν από κοστούμια ιταλικής όπερας διορθωμένα απ' τον ίδιο.

Γεωργίου Σεφέρη Ημερολόγιο Ε΄, Θεόφιλος - Απόσπασμα που αναφέρεται στον εκ Βόλου λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο

Ο ύπνος είναι βαρύς τα πρωινά του Δεκέμβρη
μαύρος σαν τα νερά του Αχέροντα,
χωρις όνειρα, χωρίς μνήμη,
κι ούτε ένα φυλλαράκι δάφνη.

Ο ξύπνιος χαρακώνει τη λησμονιά
σαν το μαστιγωμένο δέρμα
κι η παραστρατημένη ψυχή
αναδύεται κρατώντας συντρίμμια από χθόνιες ζωγραφιές,
ορχηστρίς μ' ανώφελες καστανιέτες,
με πόδια που τρεκλίζουν
μωλωπισμένες φτέρνες
απ' τη βαριά ποδοβολή
στην καταποντισμένη σύναξη εκεί πέρα.

Γιώργος Σεφέρης
 
Γιώργος Σεφέρης
 

O ύπνος είναι βαρύς τα πρωινά του Δεκέμβρη.
Κι ο ένας Δεκέμβρης χειρότερος απ' τον άλλο.
Τον ένα χρόνο η Πάργα,
τον άλλο οι Συρακούσες
κόκαλα των προγόνων ξεχασμένα,
λατομεία γεμάτα ανθρώπους σακατεμένους,
χωρίς πνοή και το αίμα μοιρασμένο
σαν τα παιδιά του Οιδίποδα
και τα παιδιά του Οιδίποδα νεκρά.

Σημείωση:
Ο E΄ τόμος των ημερολογίων του Γεωργίου Σεφέρη καλύπτει τα έτη 1945 - 1951 (Απ/σμα σελ.24)
 

Aδειανοί δρόμοι,
βλογιοκομμένα πρόσωπα σπιτιών
εικονολάτρες και εικονομάχοι σφάζονταν
όλη νύχτα.
Παραθυρόφυλλα μανταλωμένα.
Στην κάμαρα το λίγο φως χάνεται
στις γωνιές σαν το τυφλό περιστέρι...

Πρόσφυγες Ελληνίδες εκ της Αγχιάλου Βουλγαρίας - Θεόφιλος
Γιώργος Σεφέρης  

πηγή φωτό: http://ellas2.files.wordpress.com/2010/08/
contentsegment_15651618w1000_h0_r0_p0_s1_v1jpg.jpg

Γιώργου Σεφέρη, «Ένας Έλληνας-ο Μακρυγιάννης» (απόσπασμα)

[...] Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας φτωχός φουστανελάς που είχε τη μανία να ζωγραφίζει. Τον έλεγαν Θεόφιλο. Τα πινέλα του τα κουβαλούσε στο σελάχι του, εκεί που οι πρόγονοί του βάζαν τις πιστόλες και τα μαχαίρια τους. Τριγύριζε στα χωριά της Μυτιλήνης, τριγύριζε στα χωριά του Πηλίου και ζωγράφιζε. Ζωγράφιζε ό,τι του παράγγελναν, για να βγάλει το ψωμί του. Υπάρχουν στον Άνω Βόλο κάμαρες ολόκληρες ζωγραφισμένες από το χέρι του Θεόφιλου, καφενέδες στη Λέσβο, μπακάλικα και μαγαζιά σε διάφορα μέρη που δείχνουν το πέρασμά του -αν σώζουνται ακόμη. Ο κόσμος τον περιγελούσε. Του έκαναν μάλιστα και αστεία τόσο χοντρά, που κάποτε τον έριξαν κάτω από μιαν ανεμόσκαλα και του 'σπασαν ένα δυο κόκαλα. Ο Θεόφιλος, ωστόσο, δεν έπαυε να ζωγραφίζει σε ό,τι έβρισκε. Είδα πίνακές του φτιαγμένους πάνω σε κάμποτο, πάνω σε πρόστυχο χαρτόνι. Τους θαύμαζαν κάτι νέοι που τους έλεγαν ανισόρροπους oι ακαδημαϊκοί. Έτσι κυλούσε η ζωή του και πέθανε ο Θεόφιλος, δεν είναι πολλά χρόνια, και μια μέρα ήρθε ένας ταξιδιώτης από τα Παρίσια. Είδε αυτή τη ζωγραφική, μάζεψε καμιά πενηνταριά κομμάτια, τα τύλιξε και πήγε να τα δείξει στους φωτισμένους κριτικούς που κάθονται κοντά στο Σηκουάνα. Και οι φωτισμένοι κριτικοί βγήκαν κι έγραψαν πως ο Θεόφιλος ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Και μείναμε με ανοιχτό το στόμα στην Αθήνα. Το επιμύθιο αυτής της ιστορίας είναι ότι λαϊκή παιδεία δε σημαίνει μόνο να διδάξουμε το λαό αλλά και να διδαχτούμε από το λαό.

Θυμούμαι πάντα το Θεόφιλο όταν συλλογίζομαι τον Μακρυγιάννη. Σας έλεγα πως ο Μακρυγιάννης είναι από τις πιο μορφωμένες ψυχές του νέου ελληνισμού, το ίδιο πιστεύω και για το Θεόφιλο, αν η λέξη μόρφωση σημαίνει πνευματική μορφή. Κι αυτή η μόρφωσή τους είναι εξαιρετικά έντονη και δραστήρια. Είναι καταπλητική η έμφυτη ανάγκη που έχουν να εκφραστούν. Εκμηδενίζει όλες τις δυσκολίες. Θυμάται κανείς κάτι πεισματάρικα φυτά, που όταν πιάσει η ρίζα τους, προχωρούν γκρεμίζοντας φράχτες, σπάζοντας ταφόπετρες. Ο Μακρυγιάννης δημιουργεί έκφραση σε κάθε του ώρα. Και με πετραδάκια της θάλασσας (Β΄ 351) ακόμη κάθεται και γράφει την ιδέα του στο χώμα του περιβολιού του, και συμπληρώνει τη σκέψη της μέρας με τα όνειρα που βλέπει στον ύπνο του.

Κάποτε κάνει ένα ταξίδι στην Ακαρνανία. Ξαναβλέπει και «σημαδεύει» τις θέσεις όπου έγιναν μάχες της επανάστασης. Γυρίζοντας στην Αθήνα αποφασίζει να φτιάξει τις ζωγραφιές των πολέμων του αγώνα.

«Πήρα ένα ζωγράφο Φράγκο» σημειώνει «και τον είχα να μου φκιάσει σε εικονογραφίες αυτούς τους πολέμους. Δε γνώριζα τη γλώσσα του. Έφκιασε δυο τρεις, δεν ήταν καλές· τον πλέρωσα κι έφυγε. Αφου έδιωξα αυτόν το ζωγράφο, έστειλα κι έφεραν από τη Σπάρτη έναν αγωνιστή, Παναγιώτη Ζωγράφο τον έλεγαν ... ήφερε και δυο του παιδιά· και τους είχα στο σπίτι μου όταν εργάζονταν. Κι αυτό άρχισε από τα 1836 και τέλειωσε τα 1839. Έπαιρνα το ζωγράφο και βγαίναμε στους λόφους και τόλεγα: "Έτσι είναι εκείνη η θέση, έτσι εκείνη· αυτός ο πόλεμος έτσι έγινε· αρχηγός ήταν των Ελλήνων εκείνος, των Τούρκων εκείνος..."» (Β΄ 349).

Μ' αυτό τον τρόπο τέλειωσαν οι είκοσι πέντε πίνακες, που θα είχανε χαθεί τελειωτικά, αν δεν τους ξανάβρισκε κατά σύμπτωση ο Ιωάννης Γεννάδιος. Οι εικόνες αυτές, που έγιναν με το χέρι του Παναγιώτη Ζωγράφου, και με το «στοχασμό» του Μακρυγιάννη, είναι από τα πιο πολύτιμα κι από τα πιο ζωντανά μνημεία που έχομε της λαϊκής μας ζωγραφικής -θέλω να πω από τα μνημεία εκείνα που ξεσκεπάζουν ξαφνικά εκθαμβωτικές περιοχές της ψυχής του λαού μας.

Οι ζωγραφιές αυτές που παρασταίνουν μ' εξαιρετική ακρίβεια τις μάχες που θέλουν ν' αποδώσουν -πολλές φορές σαν ένα στρατιωτικό ντοκουμέντο- είναι συνάμα μια χαρά των ματιών. Είδα άνθρωπο να δακρύζει την πρώτη φορά που τις αντίκρυσε. Κάποτε σου θυμίζουν λαϊκά κεντήματα, όπως λ.χ. η έξοχη πολιορκία του κάστρου της Αθήνας· κάποτε σε ξαναφέρνουν σε περιβόλια που έμειναν χλωρά από την ώρα που τα πρωτοείδε ο τεχνίτης· κάποτε σε κάνουν ν' ανασαίνεις την ατμόσφαιρα μαγείας και φόβου του παραμυθιού των παιδικών χρόνων· είναι μια πρωτάκουστη και συνάμα μια πολύ παλιά ραψωδία. [.]

[πηγή: Γιώργος Σεφέρης, «Ένας Έλληνας-ο Μακρυγιάννης», Δοκιμές, τ. Α΄ (1936-1947), Ίκαρος, Αθήνα 1984, σ. 237-240]


Από τους πρώτους που αναγνώρισαν την αξία του Θεόφιλου ήταν ο Γιώργος Σεφέρης, που τον συσχέτισε με το Μακρυγιάννη, ενώ και ο Γιάννης Τσαρούχης μιλούσε με ενθουσιασμό για το έργο του.
Ακόμη ένα ένα εγκωμιαστικό κείμενο του μεγάλου μας ποιητή Γ. Σεφέρη για τον Θεόφιλο
Διαβάστε το παρακάτω :

 
     
  Γυμνάσιο Κοίμησης